Ποτέ δεν θα είσαι αρκετά καλός…

Η Ειρήνη γυρνάει από το σχολείο χαρούμενη, έγραψαν ένα διαγώνισμα στα μαθηματικά και τα πήγε πολύ καλά! Είναι στην Τρίτη γυμνασίου, είναι ενθουσιασμένη που έγραψε καλά, πιστεύει ότι έχει αρχίσει να παίρνει τον αέρα αυτού του μαθήματος που πάντα τη φόβιζε πολύ.
Μπαίνει φουριόζα στο σπίτι, βιάζεται να το πει στη μαμά της:
Ειρήνη: Μαμά, γράψαμε διαγώνισμα τα μαθηματικά και πήρα 18!
Μαμά: Μπράβο! Η Χριστίνα πόσο πήρε;
Ειρήνη: Εεε, δεν ξέρω, δεν θυμάμαι…
Μαμά: Σίγουρα θα πήρε μεγαλύτερο βαθμό…
Το πρώτο που μπορούμε να παρατηρήσουμε σ’αυτή τη στιχομυθία είναι ότι η μητέρα της Ειρήνης δεν κατάφερε να ελέγξει την παρόρμησή της να κάνει τη λάθος ερώτηση στην κόρη της και στη συνέχεια το λάθος σχόλιο, απαξιώνοντας με αυτόν τον τρόπο την προσπάθειά της και ακυρώνοντας τη χαρά της για την επιτυχία της.
Η Χριστίνα είναι η κολλητή της Ειρήνης και η μαμά της είναι κολλητή με τη μαμά της Ειρήνης. Οι δύο μαμάδες ενδιαφέρονται πολύ για τις σχολικές επιδόσεις των θυγατέρων τους και αυτό είναι ένα συχνό θέμα στις επικοινωνίες τους, όταν μιλάνε στο τηλέφωνο, όταν πηγαίνουν μαζί για καφέ, ακόμα και στην ταβέρνα, όταν οι άντρες αρχίζουν την κουβέντα για πολιτική ή ποδόσφαιρο. Γνωρίστηκαν από τα παιδιά τους, που πηγαίνουν μαζί στο σχολείο από την πρώτη δημοτικού. Βέβαια, τα παιδιά τους δεν είναι το μοναδικό θέμα στις συζητήσεις τους, είναι όμως ένα εύκολο θέμα όταν δεν υπάρχει τίποτε άλλο (ή έστω, τίποτε καλύτερο) να συζητήσουν, ακόμη κι όταν για κάποιο λόγο υπάρχει κάποια δυσκολία μεταξύ τους.
Στη δική μας περίπτωση, οι δύο μαμάδες γνωρίστηκαν και συνδέθηκαν, έγιναν «φίλες», χάρη στις κόρες του. Αυτό συμβαίνει πολύ συχνά, όπως επίσης συμβαίνει συχνά να περιθωριοποιούνται ή να «εκτοπίζονται» παλιότεροι φίλοι για να δημιουργηθεί χώρος για τους νέους μας φίλους που προέρχονται από το σχολικό περιβάλλον των παιδιών μας. Με λίγα λόγια, η σχολική περίοδος ενός παιδιού δίνει τη δυνατότητα σε πολλούς γονείς να δημιουργήσουν ένα νέο κύκλο κοινωνικών γνωριμιών και φιλιών. Μερικοί γονείς, μάλιστα, προσπαθούν (και κάποιες φορές καταφέρνουν) να λύσουν με αυτόν τον τρόπο ένα γενικότερο και παλιότερο πρόβλημα στην κοινωνικότητά τους.
Σε αυτές τις περιπτώσεις είναι εύκολο να φανταστούμε ότι η σχέση χτίζεται πάνω σε θέματα που αφορούν τα παιδιά τους. Είναι πολύ ευχάριστο και μπορεί να γίνει πολύ δημιουργικό να μοιράζομαι με  έναν άνθρωπο το ενδιαφέρον μου για την εκπαίδευση του παιδιού μου, να παίρνω και να δίνω βοήθεια σε πρακτικά ζητήματα που προκύπτουν συνεχώς, ακόμη και σε έκτακτες καταστάσεις.
Τα δύσκολα αρχίζουν από τη στιγμή που η σχέση των δύο μαμάδων αρχίζει να εκτρέπεται σε αντιπαράθεση των επιδόσεων των παιδιών τους. Εδώ πια η συνεργατικότητα που μπορεί είχε ήδη αναπτυχθεί δίνει τη θέση της στον ανταγωνισμό. Οι μητέρες διδάσκουν στα παιδιά τους να μη χαίρονται με τη χαρά του άλλου, ακόμη κι αν είναι φίλος τους, αλλά ούτε και με τη δική τους χαρά, με το δικό τους επίτευγμα, αν δεν συνδυάζεται με την αποτυχία του άλλου. Το παιδί μαθαίνει να μη χαίρεται μ’αυτό που είναι, αλλά να χαίρεται μ’αυτό που δεν είναι ο άλλος.

Απόσπασμα από το βιβλίο του Κώστα Γκοτζαμάνη "Μεγαλώνοντας (με) το παιδί μου", 2014, εκδόσεις Πατάκη.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου