Ζευγάρια στο ίδιο Περιβάλλον Εργασίας: Ενδυνάμωση της Σχέσης ή Κίνδυνος Φθοράς της;

Γράφει η Καλλιόπη Σωτηράκη, Ψυχολόγος-Σύμβουλος Επαγγελματικού Προσανατολισμού (MSc)


Τα σύγχρονα ζευγάρια είναι πιθανό να απασχολούνται στο ίδιο περιβάλλον εργασίας, σε μία προσπάθειά τους να συντονίσουν το πρόγραμμα και τις υποχρεώσεις των δύο συντρόφων.

Μία θέση εργασίας γίνεται περισσότερο ελκυστική και προσιτή για τον ένα σύντροφο όταν στον ίδιο χώρο εργάζεται ήδη ο άλλος. Βέβαια, υπάρχει και το ενδεχόμενο, οι δύο σύντροφοι να γνωριστούν στο ίδιο εργασιακό περιβάλλον και στη συνέχεια να συνάψουν σχέση και να οδηγηθούν στο γάμο.

Το ζητούμενο, σε κάθε περίπτωση, είναι κατά πόσο τα ζευγάρια που απασχολούνται στο ίδιο περιβάλλον εργασίας διαφέρουν από αυτά που εργάζονται σε διαφορετικό, και πώς το γεγονός αυτό μπορεί να συντελέσει στη σύγκρουση μεταξύ εργασίας και οικογένειας των συντρόφων.

H συνύπαρξη των συντρόφων σε δύο διαφορετικά πλαίσια, οικογενειακό και εργασιακό, μπορεί να έχει θετικές αλλά και αρνητικές συνέπειες. Σε μία πρόσφατη μελέτη της, η Arlie Hochshild (1997), εντόπισε ότι πολλοί εργαζόμενοι αντιλαμβάνονται την εργασία σαν μία διέξοδο από τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν στην οικογενειακή τους ζωή. Όμως, τα ζευγάρια που απασχολούνται στην ίδια επιχείρηση, δεν μπορούν να παρακάμψουν τις έγνοιες της οικογένειας όταν βρίσκονται στη δουλειά, και αντίστροφα, με αποτέλεσμα να παρουσιάζουν μεγαλύτερη υπερχείλιση (μεταφορά των υποχρεώσεων της οικογένειας στην εργασία και αντίστροφα), τόσο θετική όσο και αρνητική.

Σε αντίθεση με τα παραπάνω, στην έρευνα των Barnett & Rivers (1996), προέκυψε ότι το να εργάζονται και οι δύο σύντροφοι έχει θετικές συνέπειες για το ζευγάρι, δεδομένου ότι μοιράζονται όμοιες εμπειρίες και υποχρεώσεις. Στην περίπτωση που η απασχόλησή τους είναι στον ίδιο εργοδότη, η υπερχείλιση είναι θετική και η ποιότητα ζωής του ζευγαριού υψηλότερη.

Κατά τους Moen & Sweet (2002), η απασχόληση των συντρόφων στο ίδιο εργασιακό περιβάλλον, αντανακλά την επιτηδευμένη επιλογή του ζευγαριού σε ό,τι αφορά το χώρο και το χρόνο που θα εργαστεί στον εκάστοτε εργοδότη, γεγονός που δυσχεραίνει τις μετακινήσεις σε άλλες θέσεις. Εκτός των άλλων, η σύγκρουση συμφερόντων μπορεί να αποτρέψει τα παντρεμένα ζευγάρια να εργαστούν σε ανταγωνιστικές επιχειρήσεις και έτσι μειώνονται οι επιλογές που έχουν και οι δυνατότητες εξέλιξής τους.

Αξίζει να σημειωθεί, ότι οι άνδρες, των οποίων οι σύζυγοι εργάζονται στον ίδιο χώρο, μπορούν πιο εύκολα να «μπουν στη θέση του άλλου, καθώς βιώνουν από κοντά τις δυσκολίες και τα στερεότυπα που αντιμετωπίζουν οι γυναίκες στην εργασία, σε συνδυασμό με τις υποχρεώσεις που επωμίζονται στο σπίτι. Στην περίπτωση που έστω και ένας από τους συζύγους κατέχει υψηλή θέση εργασίας, η υπερχείλιση είναι μεγαλύτερη και η συνύπαρξη των συντρόφων στη δουλειά και το σπίτι γίνεται αρκετά δύσκολη.

Τέλος, σημαντικός είναι και ο ρόλος των εργοδοτών στον τρόπο που θα βιώσουν οι σύζυγοι την απασχόλησή τους στο ίδιο περιβάλλον. Δεν είναι λίγοι οι εργοδότες που υποστηρίζουν τα ζευγάρια στη δουλειά τους, παρέχοντας διευκολύνσεις που μειώνουν τη σύγκρουση εργασίας-οικογένειας στους εργαζόμενούς τους.

health.in.gr

Επαγγελματικές Ανησυχίες στη Δεκαετία των 30…


Η μετάβαση στην ηλικία των 30 είναι μία συνήθης φάση στην οποία οι άνθρωποι ζητούν επαγγελματική συμβουλευτική, καθώς αποτελεί περίοδο αμφισβήτησης των αξιών και των αποφάσεων της δεκαετίας των 20. Η σταδιοδρομία και οι σχέσεις συχνά επαναξιολογούνται. Οι άνθρωποι μπορεί να συνειδητοποιήσουν ότι έχουν παρασυρθεί ή πιεστεί να ακολουθήσουν κάποιο επάγγελμα. Τώρα θέλουν να ασκούν περισσότερο έλεγχο στη ζωή και στη σταδιοδρομία τους. Ένα θέμα που μπορεί να τους απασχολεί είναι η σκέψη αν θα πρέπει να «νοικοκυρευτούν», να έχουν σύντροφο και οικογένεια. Η μετάβαση στην ηλικία των 30 μπορεί να είναι μία ιδιαίτερα δύσκολη περίοδος για τις γυναίκες. Σε αυτή τη φάση τα άτομα είναι περισσότερο έτοιμα να αναθεωρήσουν τις αρχικές τους δεσμεύσεις απ’ότι μπορεί να ήταν μερικά χρόνια πριν. 

Είναι ιδιαίτερα ενδιαφέρον το γεγονός ότι πολλοί στα 30 τους αρχίζουν να αντιλαμβάνονται ότι είναι θνητοί. Στο στάδιο αυτό το προσδοκώμενο είναι ότι οι άνθρωποι θέλουν να είναι κατασταλαγμένοι στη σταδιοδρομία τους, σε μία σχέση και σε έναν συγκεκριμένο τρόπο ζωής. Όσοι δεν συμμορφώνονται με αυτή την προσδοκία, είτε από επιλογή είτε για άλλο λόγο, μπορεί να έχουν ένα επιπρόσθετο συναίσθημα αποτυχίας, το οποίο και φέρνουν ως θέμα στην επαγγελματική συμβουλευτική. 

Από την άλλη, εκείνοι που έχουν ανταποκριθεί σε αυτή την προσδοκία είναι πιθανό να θέλουν βοήθεια, για να κάνουν σταθερά σχέδια για το μέλλον. Κάποιοι μπορεί να μην σημείωσαν πρόοδο στη σταδιοδρομία τους τόσο γρήγορα όσο θα ήθελαν και χρειάζονται βοήθεια για να κατανοήσουν τα αίτια αυτής της καθυστέρησης. Άλλοι ίσως να δυσκολεύονται στο να διαχειριστούν τις σχέσεις στη δουλειά τους και θέλουν να επανεξετάσουν τις προσωπικές τους δυνάμεις και αδυναμίες και όχι να δουν απλώς αν είναι κατάλληλοι για συγκεκριμένα επαγγέλματα. 

Πηγή: Nathan, R., & Hill, L. (2006). Επαγγελματική Συμβουλευτική: Η Συμβουλευτική Προσέγγιση της Επαγγελματικής Επιλογής και Σταδιοδρομίας (Μτφρ-επιμ, Σιδηροπούλου-Δημακάκου, Δ.). Αθήνα: Μεταίχμιο.

Η Συμβουλευτική Σταδιοδρομίας στα Σχολεία Δεύτερης Ευκαιρίας: Η «δεύτερη ευκαιρία» σε μία εποχή δια βίου μάθησης…

Δημοτικό, Γυμνάσιο, Λύκειο, Πτυχίο, Μεταπτυχιακό, Διδακτορικό… χωρίς αμφιβολία ζούμε σε μία εποχή όπου  το κυνήγι της γνώσης – ή μάλλον καλύτερα- το κυνήγι των προσόντων αποτελεί την καθημερινότητα των περισσότερων νέων με στόχο τη διεκδίκηση μίας ικανοποιητικής θέσης εργασίας που θα τους διαφοροποιήσει από τους υπόλοιπους γύρω τους. Κι όμως, σε αυτήν ακριβώς την εποχή της περίφημης «δια βίου μάθησης» υπάρχουν ακόμη άνθρωποι οι οποίοι για τους δικούς τους λόγους ο καθένας δεν ολοκλήρωσαν την υποχρεωτική εκπαίδευση και βιώνουν τον κοινωνικό αποκλεισμό τόσο στις διαπροσωπικές όσο και στις επαγγελματικές τους σχέσεις. Σε ένα εκπαιδευτικό σύστημα που βασίζεται κυρίως στην αποστήθιση και την αναπαραγωγή, υπάρχει άραγε μία δεύτερη ευκαιρία για πρόσβαση στη γνώση; Την απάντηση δίνουν τα Σχολεία Δεύτερης Ευκαιρίας, μέσα από τα οποία δίνεται η δυνατότητα σε όσους δεν έχουν τη βασική μόρφωση, παρά τα  πιθανά αισθήματα απόρριψης και αυτό-υποτίμησης που βιώνουν, λόγω της αποτυχίας στο «κανονικό» σχολείο ή της εγκατάλειψής του, να δώσουν μία δεύτερη ευκαιρία στον εαυτό τους και να διεκδικήσουν ευνοϊκότερες εργασιακές συνθήκες.
Το Σχολείο Δεύτερης Ευκαιρίας (ΣΔΕ) είναι ένα καινοτόμο Σχολείο Εκπαίδευσης Ενηλίκων. Το πρόγραμμα εκπαίδευσης διαφέρει από το αντίστοιχο της τυπικής εκπαίδευσης ως προς το περιεχόμενο, τη διδακτική μεθοδολογία και την αξιολόγηση των εκπαιδευομένων. Η συνολική διάρκεια του προγράμματος είναι 2 εκπαιδευτικά έτη και μετά την επιτυχή αποφοίτηση παρέχεται τίτλος ισότιμος του Γυμνασίου.  
Η Ελλάδα υιοθετεί την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και σπεύδει με το νόμο 2525/97 να θεσμοθετήσει το Σχολείο Δεύτερης Ευκαιρίας, με τον οποίο αναγνωρίζεται το ΣΔΕ ως «ειδικό ταχύρυθμο πρόγραμμα δημοτικής ή γυμνασιακής εκπαιδεύσεως». Η διάρκεια του προγράμματος είναι 18 μήνες και στοχεύει στην απόκτηση βασικών δεξιοτήτων, κοινωνικών δεξιοτήτων, δεξιοτήτων στη χρήση Η/Υ και στη χρήση ξένης γλώσσας και δεξιοτήτων κατάρτισης. Επίσης, στο ωρολόγιο πρόγραμμα προβλέπονται ώρες για Επαγγελματικό Προσανατολισμό και ενδυνάμωση της ομάδας. Παρέχεται συστηματικά συμβουλευτική υποστήριξη τόσο των εκπαιδευομένων όσο και των εκπαιδευτών στις δυσκολίες που αντιμετωπίζουν.
Ένας από τους στόχους του Σχολείου Δεύτερης Ευκαιρίας  είναι η καταπολέμηση του κοινωνικού αποκλεισμού που συνοδεύει τα άτομα που στερούνται της υποχρεωτικής εκπαίδευσης και δεν έχουν τα απαιτούμενα από την αγορά εργασίας προσόντα και δεξιότητες. Επιπλέον, αν λάβουμε υπόψη τις ελλείψεις στην κοινωνική τους ανάπτυξη, γίνεται κατανοητό ότι πρόκειται για άτομα με περιορισμένες πρωτοβουλίες τα οποία πιθανόν θα διστάσουν να ζητήσουν βοήθεια χωρίς παρακίνηση. Παρά τις δυσκολίες αυτές, μέσω της Συμβουλευτικής Σταδιοδρομίας (ατομική/ομαδική), τους δίνεται η δυνατότητα να αποκτήσουν μία εικόνα της σύγχρονης αγοράς εργασίας και να ευαισθητοποιηθούν.
Η ατομική Συμβουλευτική αποτελεί ένα ασφαλές πλαίσιο εξατομικευμένου ραντεβού, όπου ο ενδιαφερόμενος έχει τη δυνατότητα να καταθέσει τους προβληματισμούς του καθιστώντας σαφές το προσωπικό του αίτημα για βοήθεια. Ο ρόλος του Συμβούλου  είναι να ακούσει, να καταγράψει, να αποκωδικοποιήσει και να συνθέσει τις πληροφορίες που λαμβάνει ώστε να προχωρήσει στην υποστήριξη του συμβουλευόμενου. Η ομαδική Συμβουλευτική παρέχεται σε ομάδες ατόμων με στόχο την ανταλλαγή απόψεων και την υποστήριξή τους σε ζητήματα που τους απασχολούν. Ο ρόλος του Συμβούλου είναι  κυρίως συντονιστικός. Κάποια ενδεικτικά θέματα που μπορούν να συζητηθούν στις ομαδικές συναντήσεις με τους εκπαιδευόμενους είναι τα εξής: ενημέρωση για τις δυνατότητες Συμβουλευτικής Σταδιοδρομίας που παρέχονται στο σχολείο, ενημέρωση σχετικά με τις απαιτήσεις της σύγχρονης αγοράς εργασίας, προκηρύξεις δημοσίου και προσόντα ΑΣΕΠ, συμπλήρωση αιτήσεων για θέσεις εργασίας, ενημέρωση σχετικά με τις εκπαιδευτικές προοπτικές που ανοίγονται μετά το απολυτήριο Γυμνασίου, έννοια επιχειρηματικότητας και χαρακτηριστικά ενός επιτυχημένου επιχειρηματία κλπ.  
Τίθεται λοιπόν το ερώτημα: Μπορούμε να μιλάμε σήμερα για «σταδιοδρομία» όταν πρόκειται για άτομα που δεν έχουν τελειώσει το γυμνάσιο;  Η εμπειρία των σχολείων δεύτερης ευκαιρίας έδειξε ότι παρέχοντας στους εκπαιδευόμενους τα μέσα και τη γνώση που στερήθηκαν, δεν είναι λίγοι εκείνοι που συνέχισαν τις σπουδές και μάλιστα κάποιοι έφτασαν μέχρι και το πανεπιστήμιο. Μήπως, λοιπόν, αυτό που τους έλειπε ήταν όντως η «δεύτερη ευκαιρία»;
Η Συμβουλευτική Σταδιοδρομίας στα Σχολεία Δεύτερης Ευκαιρίας αποτελεί μια πρόκληση για κάθε επαγγελματία του χώρου. Αρκεί να σκεφτούμε ότι πρόκειται για σχολεία όπου φοιτούν ενήλικες με εκπαιδευτικές ελλείψεις και αυξημένη ανάγκη για συμβουλευτική υποστήριξη στη μετάβασή  τους στην  αγορά εργασίας. Ο Σύμβουλος Σταδιοδρομίας αναλαμβάνει το έργο της συμβουλευτικής υποστήριξης των εκπαιδευομένων σε θέματα που αφορούν στον επαγγελματικό προσανατολισμό στην αναζήτηση και εξεύρεση εργασίας. Η εντός του χώρου του ΣΔΕ παροχή συμβουλευτικής σταδιοδρομίας στοχεύει στην ενίσχυση της αυτοεκτίμησης των εκπαιδευομένων και την επανένταξή τους στην κοινωνική και οικονομική ζωή . Άμεση προτεραιότητα του Συμβούλου Σταδιοδρομίας του ΣΔΕ είναι ο εντοπισμός των συγκεκριμένων αναγκών των εκπαιδευομένων με βάση τα κοινωνικά, οικονομικά και δημογραφικά τους στοιχεία και στη συνέχεια η ενίσχυση της αυτογνωσίας και η απόκτηση δεξιοτήτων που θα διευκολύνουν την επαγγελματική τους πορεία.

«Δεν είναι ότι κάποιοι άνθρωποι έχουν δύναμη θέλησης και κάποιοι δεν έχουν. Είναι ότι κάποιοι άνθρωποι είναι έτοιμοι να αλλάξουν και κάποιοι δεν είναι»
 (James Gordon, Αμερικανός ψυχίατρος)

Πηγή: «Προδιαγραφές Σπουδών για τα Σχολεία Δεύτερης Ευκαιρίας», Υπουργείο Παιδείας Δια Βίου Μάθησης και Θρησκευμάτων – Γενική Γραμματεία Δια Βίου Μάθησης – Ινστιτούτο Διαρκούς Εκπαίδευσης Ενηλίκων. Αθήνα, 2010.